- ἀπροσδιόνυσος
- ἀπροσδιόνῡσος , ἀπροσδιόνυσοςunconnected with the worship of Dionysusmasc/fem nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
απροσδιόνυσος — η, ο (Α ἀπροσδιόνυσος, ον) 1. ο άσχετος προς τη λατρεία του Διονύσου 2. ξένος και άσχετος προς κάτι, αταίριαστος … Dictionary of Greek
ἀπροσδιόνυσ' — ἀπροσδιόνῡσα , ἀπροσδιόνυσος unconnected with the worship of Dionysus neut nom/voc/acc pl ἀπροσδιόνῡσε , ἀπροσδιόνυσος unconnected with the worship of Dionysus masc/fem voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀπροσδιόνυσον — ἀπροσδιόνῡσον , ἀπροσδιόνυσος unconnected with the worship of Dionysus masc/fem acc sg ἀπροσδιόνῡσον , ἀπροσδιόνυσος unconnected with the worship of Dionysus neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀπροσδιονύσους — ἀπροσδιονύ̱σους , ἀπροσδιόνυσος unconnected with the worship of Dionysus masc/fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀπροσδιόνυσα — ἀπροσδιόνῡσα , ἀπροσδιόνυσος unconnected with the worship of Dionysus neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)